Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2010

Stories of your gl-in-g* - Ο καυτός δικηγόρος [part 1]



Ο Μίλτος γινόταν σήμερα 24, και το μόνο κοινό που είχε να θυμάται από τα προηγούμενα γενέθλιά του, είναι ότι ήταν και πάλι μόνος. Κάθε χρόνο, πάντα συμπτωματικά, δεν είχε κάποιον σύντροφο να μοιραστεί την χαρά του. Μεγάλωνε διαρκώς, αλλά πάντα ήταν μόνος του.

Φέτος αποφάσισε να μην κάνει πάρτι, ούτε καν μια μικρή συγκέντρωση με τους φίλους του. Βγήκε μόνο με την Νάσια, την κολλητή του από το 1 έτος που πέρασε στο πανεπιστήμιο. Δεν είχε ιδιαίτερη όρεξη για ξεσάλωμα, ένα ποτό θέλανε να πιουν, και ο Μίλτος μάλλον είχε ανάγκη να κάνει έναν απολογισμό του έτους που πέρασε. Η ώρα κυλούσε γρήγορα, αλλά επικρατούσε μάλλον ένα κλίμα πεσιμισμού, γι' αυτό και η Νάσια τον τράβηξε με το ζόρι στο Sodade να πιουν και εκεί κάτι και να γιορτάσουν όπως άρμοζε στην ημέρα.

Ήταν καθημερινή, και το μαγαζί ευτυχώς δεν ήταν ασφυκτικά γεμάτο, όμως... αυτό που του έλλειπε μάλλον δεν ήταν εκεί, ούτε σήμερα, αλλά ούτε στις "γεμάτες" ημέρες.

Λίγο πιο δίπλα, στην μπάρα, 2 πράσινα - σμαραγδένια μάτια "έγδυναν" τον Μίλτο, για πάρα πολύ ώρα, χωρίς να το καταλάβει, ούτε αυτός αλλά ούτε και η Νάσια. Ο Στέφανος ήταν σχεδόν 35, δικηγόρος, με πολύ καλό σώμα για την ηλικία του, αγαλματένιο. Είχε πάντα αυτοπεποίθηση ενώ απέπνεε μια γοητεία που δεν σε άφηνε αδιάφορο. Του άρεσε ιδιαίτερα να σαλιαρίζει με μικρότερα αγόρια, χωρίς να αναζητά κάποιου είδους δεσμό. Ο Μίλτος γύρισε απότομα το βλέμμα του, λες και τον είχε σκουντήξει κάποιος, ενώ οι ματιές τους συναντήθηκαν. Έμειναν να κοιτιούνται για ένα λεπτό περίπου, μέχρι που ο Μίλτος γύρισε ξανά προς την άλλη, μάλλον από αμηχανία, είχε περάσει καιρός από την τελευταία φορά που φλέρταρε... ή τουλάχιστον δεν ήθελε να την θυμάται... Ο Στέφανος, όντας σκληρός και πιο δυναμικός σε αυτά τα θέματα τον πλησίασε με ένα σφηνάκι. "Αυτό για σένα" του είπε, ενώ εκείνος κοιτούσε μία το σφηνοπότηρο, μία την Νάσια που του χαμογελούσε. Το ήπιε... και το ένα έφερε το άλλο, και το άλλο το επόμενο.

Ώρες αργότερα όλα γύριζαν το κεφάλι του Στέφανου. Πετάχτηκε στον ύπνο του από έναν άσχημο εφιάλτη. Ονειρεύτηκε πως ήταν γέρος και μόνος στο σπίτι του... αυτό ήταν που τον φόβιζε: τα γηρατειά και η μοναξιά. Το σπίτι όμως που βρισκόταν ήταν άγνωστο, και είχε ένα αρκετά μεγάλο κενό μνήμης. Ο παίδαρος δίπλα του ήταν ο Στέφανος, οπότε μάλλον το σπίτι ήταν δικό του, και κρίνοντας από... αυτά που δεν φορούσαν και οι δυο τους, μάλλον το είχαν κάνει. Ξάπλωσε ξανά, και ο Στέφανος τον αγκάλιασε, για μια στιγμή η ματωμένη καρδιά του Μίλτου σταμάτησε να αιμορραγεί, και για λίγο ακόμα ένιωσε μια ζέστη να τον γεμίζει.

Για τον Στέφανο αυτή την φορά ήταν λίγο διαφορετικά τα πράγματα. Υπήρχε κάτι στον μικρό που τον εξίταρε, ίσως είχε τσιμπηθεί λίγο μαζί του, αλλά θα το 'χε αφήσει να περάσει έτσι αν και ο Μίλτος έφευγε την επόμενη μέρα για να αναζητήσει τον επόμενο. Δεν το έκανε όμως, τις επόμενες μέρες ανταλλάξανε αρκετά μηνύματα, συναντήθηκαν 2 ακόμα φορές, και ο Μίλτος - μετά από προτροπή της Νάσιας - έδειξε τα συναισθήματά του στον δικηγόρο. Εκείνος από την μεριά του μάλλον κολακεύτηκε... ίσως αυτός να 'ταν ο λόγος που ήθελε να τον ξαναδεί, και καθώς πέρναγε ο καιρός η καθημερινότητα τους έφερνε όλο και πιο κοντά.

Οι μέρες κύλισαν σαν νερό και λίγες εβδομάδες μετά, οι 2 άντρες φτάσανε σε σημείο να έχουν σχέση... ή τουλάχιστον στα μάτια του Μίλτου, γιατί για τον Στέφανο, ο μικρός ήταν μια ευχάριστη παρέα - που κατά καιρούς είχε κοινό γνώμονα το σεξ, δεν του άρεσαν όμως οι δεσμεύσεις, ήθελε να είναι αυτός ο κύριος του εαυτού του, και μάλλον δεν ένιωθε έτοιμος να δώσει στον μικρό αυτό που ζητούσε. Την διαπίστωση αυτή όμως, την έκανε και ο Μίλτος, κάτω από πολύ άσχημες συνθήκες. Μπήκε στο Sodade, πάντα συνοδευόμενος από την Νάσια, να πουν λίγο τα νέα τους και να χορέψουν. Αντί αυτού είδε τον άνθρωπο που είχε αρχίσει να ερωτεύεται, να φιλιέται με έναν 20χρονο.

Βγήκε έξω από το μαγαζί και άρχισε να τρέχει, χωρίς να 'χει κάποιον συγκεκριμένο προορισμό. Έκλαιγε, ενώ για μία ακόμα φορά ένιωθε πως έγινε ξανά πιόνι σε ένα παιχνίδι που είχε ήδη παίξει. Δεν ήθελε να ακούσει τίποτα, πέρασε την Ιερά Οδό χωρίς να κοιτάξει σχεδόν. Από θαύμα δεν τον χτύπησε κανένα αυτοκίνητο. Πριν καν προλάβει να το καταλάβει είχε φτάσει στο σπίτι του, ενώ το μυαλό του είχε ήδη αρχίσει να σκέφτεται πως να εκδικηθεί τον παλιοπούστη που έπαιξε με τα συναισθήματά του...

Ήθελε να πληρώσει, να πληρώσει για όλα όσα του έκανε και αυτός αλλά και όλοι οι άλλοι που είχε γνωρίσει τα τελευταία 3 χρόνια [...] Ο ήλιος άρχισε να ενοχλεί τα μάτια του, είχε ανέβει εντελώς πλέον. Νωρίς το πρωί ήταν, και ο Μίλτος έπεσε για ύπνο. Το σχέδιο ήταν έτοιμο.

Συνεχίζεται...

2 σχόλια:

Katsiki είπε...

Αχ έχω κοιταχτεί και εγώ με δικηγόρο στο Sodade... βέβαια απλά στο κοίταγμα μείναμε... τις λεπτομέρειες τις έμαθα μετά... αν έχεις κοννέ... ξέρεις εσύ σκαμπό μου...
Τώρα αν με κερνούσε σφηνάκι δεν θα έλεγα όχι... :D :D :D
Καλέ που μένει το παιδί και έφτασε τρέχοντας σπίτι του; Τι είναι ο Κεντέρης;
Και να σου πω αγάπη μου την επόμενη βδομάδα το αργότερα θέλω τη συνέχεια δεν θα φάω εγώ τα λύσσακα μου!!!!!!

the boy with the arab strap είπε...

αναμενουμε τη συνεχεια , καλο σκ